προσθαφαίρεση

προσθαφαίρεση
[-ις (-εως)] η мат. сложение и вычитание

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "προσθαφαίρεση" в других словарях:

  • προσθαφαίρεση — η πρόσθεση και αφαίρεση ποσών σε λογαριασμό: Η προσθαφαίρεση του ίδιου ποσού δε μεταβάλλει το αρχικό ποσό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προσθαφαίρεση — η / προσθαφαίρεσις, έσεως, ΝΑ [προσθαφαιρῶ] νεοελλ. πρόσθεση ποσών σε λογαριασμό και αφαίρεση άλλων αρχ. αστρον. πρόσθεση ή αφαίρεση ανάλογα με την περίσταση …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»